Μ’ αρέσει που οι γλάροι φωνάζουν τις νύχτες. Μ’ αρέσει που φωνάζουν κάπως και ξέρω πότε θα βρέξει. Μ’ αρέσουν όταν μαλώνουν. Μ’ αρέσουν όταν σαν αξιοπρεπείς ζητιάνοι τρέχουν πίσω από καΐκια απαιτώντας το μερτικό τους. Κι όταν σα δελφίνια του αέρα κάνουν κόλπα για να κερδίσουν ένα μπισκότο από το χέρι κάποιου επιβάτη πλοίου.
Κι εκείνος που πετούσε αναμμένες γόπες τσιγάρων για να τις καταπίνουν οι γλάροι και να γελάει, δε γέλασε όταν έφαγε δυο χαστούκια. Ούτε μίλησε. Ούτε μου πέταξε γόπα στα μούτρα. Μόνο στους γλάρους ήταν μάγκας.
Το βράδυ εκείνο είδα στον ύπνο μου ότι οι γλάροι όρμησαν και του έφαγαν τα μάτια. Ξύπνησα γελώντας. Τόσο κακός είμαι. Κι άλλο τόσο καλός με τους γλάρους. Τους ταΐζω και ουρλιάζουν οι γείτονες επειδή γεμίζουμε κουτσουλιές γλάρων. Κι εσείς χέζετε, πάνε στη θάλασσα τα σκατά σας, τα τρώνε τα ψάρια κι ύστερα τρώτε τα ψάρια, τους λέω. Ναι, δε μ’ αγαπάνε και ιδιαίτερα στη γειτονιά. Κι ούτε με νοιάζει.
Όταν πετάξω φαγητό, το τρώνε μοιρασμένα κι όμορφα οι γάτες, οι γλάροι και τα περιστέρια. Θα μπορούσα ν’ αγαπάω περισσότερο τα περιστέρια που βολεύονται με τα ψίχουλα, αλλά προτιμώ τους γλάρους.
Όταν διαβάζω, έρχεται ένας και κάθεται για παρέα. Δεν ξέρω αν είναι ο ίδιος. Πάντως ποτέ δε φώναξε για να μου χαλάσει την ησυχία. Καμιά φορά, όταν βαριέται, παίζει με κάνα μικρό ξερόκλαδο ή δαμάσκηνο που έπεσε. Τίποτα δεν πάει χαμένο.
Μ’ αρέσουν οι γλάροι όταν πετάνε ακίνητοι. Κι ας μ’ έχουν κουτσουλήσει γλάροι.
Δεν υπάρχει κάποιο συμπέρασμα. Απλώς ήθελα να γράψω ότι μου αρέσουν οι γλάροι. Συγγνώμη αν δεν ενδιαφέρει κανέναν…
http://kartesios.com/?p=131369